Χάρη σε δωρεά της Επιτρόπου της Γενναδείου Βιβλιοθήκης Λάνας Μανδύλα στη μνήμη του πρώην βουλευτή Σωτήρη Παπαπολίτη, η Βιβλιοθήκη απέκτησε από τις Δημοπρασίες Βέργου μια σπάνια βενετική έκδοση του 17ου αιώνα.

Tο βιβλίο με τίτλο Νικηφόρου Καλλίστου τοῦ Ξαντοπούλλου, Συναξάρια εἰς τάς ἐπισήμους ἑορτάς τοῦ Τριωδίου, καί τοῦ Πεντηκοσταρίου, μεταφρασθέντα εἰς κοινήν γλῶσσαν, παρά τοῦ ἐν ἱερεῦσι ἐλαχίστου, Ματθαίου Κιγάλα τοῦ Κυπρίου, τυπώθηκε στη Βενετία το 1650 «Παρά Ιωάννη Αντωνίω τω Ιουλιανώ» (Giovanni Antonio Giuliani).

Νικηφόρος Κάλλιστος Ξανθόπουλος & Ματθαίος Κιγάλας

Η έκδοση αυτή αποτυπώνει τη συνάντηση δύο διαφορετικών στιγμών της ελληνικής γραμματειακής παράδοσης. Ο αρχικός δημιουργός των κειμένων, Νικηφόρος Κάλλιστος Ξανθόπουλος, ήταν λόγιος μοναχός, που έζησε στην πρωτεύουσα Κωνσταντινούπολη στα τέλη του 13ου αιώνα – αρχές του 14ου, την εποχή της λεγόμενης Παλαιολόγειας Αναγέννησης. Όχι τυχαία, είναι αυτός που θα επαναφέρει το είδος της εκκλησιαστικής ιστορίας στη βυζαντινή γραμματεία. Δεινός ρήτορας, που κινείται στους υψηλότερους κύκλους της κοινωνίας της Κωνσταντινούπολης, εκπονεί εκτός από ρητορικά γυμνάσματα και ερμηνευτικούς λόγους για τις Κυριακές του κινητού λειτουργικού ετήσιου κύκλου (δηλ. του Τριωδίου και της Πεντηκοστής), οι οποίοι αποτελούν το περιεχόμενο της έκδοσης του 1650.

Τρεις αιώνες αργότερα τα κείμενα αυτά εκδίδονται από τον λόγιο κληρικό Ματθαίο Κιγάλα με καταγωγή από την Κύπρο, ο οποίος από το 1630 έως το θάνατό του (1654) υπηρετεί ως εφημέριος του ναού των Ελλήνων της Βενετίας. Εκεί αναπτύσσει μια ιδιαίτερη εκδοτική δραστηριότητα με κοινό του κυρίως τους εμπόρους, τους τεχνίτες, και τους εγγράμματους ελληνόγλωσσους που δραστηριοποιούνται μεταξύ Δύσης και Ανατολής. Εκδίδει για πρώτη φορά την Ερωφίλη (1637) και τα ρητορικά κείμενα του Ξανθόπουλου για τον Πασχάλιο κύκλο ‘μεταφρασμένα’ στην κοινή γλώσσα του ελληνόγλωσσου ακροατηρίου του. Η επιλογή του να τα εκδώσει αλλά αποδίδοντας στο σύγχρονό του γλωσσικό ιδίωμα, αποτελεί σημαντικό μάρτυρα για τις συνέχειες και ασυνέχειες στις νοοτροπίες, τις στάσεις και το γούστο των υπό διαμόρφωση ελληνικών κοινοτήτων της Ανατολικής Μεσογείου.

Η ιστορία του εκδοτικού οίκου των Giuliani στη Βενετία

Ο  εκδοτικός οίκος των Giuliani στη Βενετία υπήρξε ιδιαίτερα σημαντικός και παραγωγικός για τις ελληνικές εκδόσεις στην περίοδο πριν την ίδρυση του τυπογραφείου του Γιαννιώτη εμπόρου Νικολάου Γλυκύ. Στο σύνολο των περίπου χιλίων ελληνικών βιβλίων του 17ου αιώνα οι Guilani κατέχουν σημαντικό ποσοστό (περίπου 170 βιβλία).

Η εκδοτική τους δραστηριότητα ξεκινά στα τέλη του 16ου αιώνα από τον Francesco Guiliani, ο οποίος χρησιμοποιούσε ως διορθωτές τους Εμμανουήλ Γλυζούνη και Μάξιμο Μαργούνιο, και φτάνει έως τις αρχές του 18ου αιώνα με τον Balthassare Juliani (Βαλδισέρᾳς Ιουλιανός). Η ακμή του οίκου τοποθετείται τον 17ο αιώνα με τους Giovanni Antonio και Andrea Giuliani.  

Ο Giovanni Antonio Giuliani υπήρξε ενεργός την περίοδο 1631-1656, με διορθωτές τους Ματθαίο Κιγάλα, Θεοφύλακτο Τζανφουρνάρη, Νικόλαο Κεραμέα και Αγάπιο Λάνδο. Ακολουθεί ο Andrea Giuliani από το 1656 έως το 1690. Παρόλο που ως επί το πλείστον οι εκδόσεις τους ήταν εκκλησιαστικού χαρακτήρα, δημοσίευσαν επίσης και σημαντικές εκδόσεις ή επανεκδόσεις έργων της νέας ελληνικής λογοτεχνίας. Κάποιες από τις σημαντικότερες είναι: η  Ερωφίλη του Χορτάτζη (1637), η Ευγένα του Μοντσελέτζε (1646),  Οι Ανδραγαθίες του Μιχαήλ Βοεβόδα το (1638), Οι Πανουργίες του Μπερτόλδου  (1646) και ο Ροδωλίνος του Τρωΐλου (1647). 

Στη Γεννάδειο Βιβλιοθήκη υπάρχουν 30 αντίτυπα των εκδόσεων Giuliani. Πρώτο χρονολογικά είναι το Θείον και ιερόν Ευαγγέλιον το οποίο «Ετυπώθη εν Βενετίαις παρά Φραγγίσκω των Ιουλιανών [Francesco Giuliani], συνδρομή συνθέσει και διορθώσει Εμμανουήλ Γλυνζουνείου»  το 1588,  και τελευταίο το Παλαιά Ελλάς περί του αγίου Ρωμαικού θρόνου καλώς φρονούσα, η προς τον Ιεροσολύμων πατριάρχην Δοσίθεον απολογία Αλουσίου του Ανδρούτζη Κυπρίου, που τυπώθηκε το 1713 από τον Balthassare Juliani.

Από το σύνολο της συλλογής Guiliani της Γενναδείου, 25 εκδόσεις είναι του 17ου αιώνα, ενώ από τις οκτώ που χαρακτηρίζονται πολύ σπάνιες ξεχωρίζουν ο Βασιλεύς, ο Ρωδολίνος και οι Πανουργίαι υψηλόταται του Μπερτόλδου, σημαντικά έργα στην ιστορία της νέας ελληνικής λογοτεχνίας. Στα πολύτιμα αυτά αποκτήματα του Ιωάννη Γενναδίου έρχεται να προστεθεί τώρα και το εξαιρετικά σπάνιο («rarissime» κατά τον Legrand) βιβλίο Συναξάρια εἰς τάς ἐπισήμους ἑορτάς, το νέο απόκτημα της Γενναδείου Βιβλιοθήκης.

Το νέο απόκτημα και η συντήρησή του

Στο αντίτυπο το οποίο διατηρεί την αρχική χάρτινη βιβλιοδεσία, υπάρχει χειρόγραφη σημείωση, κτητορική μαρτυρία, του 18ου αιώνα: «1757, Ϊἀνοῦαρίου 30. Ἐστέφανόθη ὅ Σπύρος ὄ μαθήτείς τοῦ διδάσκάλου ἀγίογράφου Πὲλᾶ, τὴν Δηαμάντη, ὁποῦ είχαι ψυχοπὲδα ἠ κυράτζα Σιβίλια. Τον ἐστέφάνοσε ἐφιμέριος ὄ παπά Θεώδορής Μοραήτης, καὶ παράνειμφος ὀ κ. Μαιγκυώρ τοῦ Μπηλαί(;) καὶ ἠ μ.α Σταματοῦλα τοῦ καπετὰν Παναγἠ θηγατέρα καὶ τὸ γράφο διὰ ἐνθἤμειση. Σἐραφίμ Ἰερομόναχος, ὁ κατομέρης ἐστεφανώθη τὴν ὐστερεί Πέμπτη τῆς αποκρέου, τές δύο ωρες της νυκτῶς.»

Οι φθορές που είχε αυτό το αξιόλογο σπάνιο αντίτυπο, οδήγησαν στην απόφαση για συντήρηση η οποία έγινε από τον Νικόλαο Καραμέτο με εξαιρετικό αποτέλεσμα.